Γυμνάσιο Νέας Αλικαρνασσού

Λ.Λυμπερίου 1 - Τ.Κ. 71601 - Ηράκλειο Κρήτης

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

evangeliki sxoli smirnisΗ Ευαγγελική σχολή της Σμύρνης ήταν ένα μορφωτικό ίδρυμα της ελληνικής κοινότητας της Σμύρνης. Ο πιο σημαντικός πληροφοριοδότης για την πρώιμη ιστορία της σχολής είναι ο Αδαμάντιος Κοραής, ο οποίος μας μιλάει για το επίπεδο των προσφερόμενων γνώσεων, και το εφαρμοζόμενο πειθαρχικό σύστημα. Η ανεπάρκεια πάντως των πηγών αποδίδεται στις ιστορικές περιπέτειες της πόλης, στην καταστροφή που υπέστη το κληροδότημα του Σεβαστόπουλου το 1763 και το οίκημα της σχολής στα 1778 από πυρκαγιά.

 

Στα 1708 είχε ιδρυθεί και λειτουργούσε σχολείο στο οποίο δίδασκε ο Αδαμάντιος Ρύσιος, παππούς του Αδαμάντιου Κοραή. Το λεγέμενο Παλαιό Σχολείο, στο οποίο δίδασκε ο Ρύσιος, βρισκόταν στην περιοχή του Επάνω Μαχαλά. Όμως, μετά από μερικά χρόνια έκλεισε και το 1717 ο τότε μητροπολίτης Σμύρνης Ανανίας θέλησε να το επανασυστήσει με τη συνδρομή των προυχόντων.

 

Το 1733 επιτροπή αποτελούμενη από τους Παντελή Σεβαστόπουλο, Γεώργιο Όμηρο και Ζωρζή Βιτάλη, υπογράφει την ιδρυτική πράξη του σχολείου, το οποίο δέκα χρόνια αργότερα, την 1η Δεκεμβρίου 1743, με ένα δεύτερο έγγραφο αφιερώθηκε στον Ιησού Χριστό, ως σχολείον των ευαγγελικών εντολών και φροντιστήριον πάντων των ελληνικών μαθημάτων.

Ο Ιερόθεος Δενδρινός διορίζεται ισόβιος δάσκαλος και τη διαχείριση αναλαμβάνει μια πενταμελής επιτροπή, αποτελούμενη από τους: Παρασκευά Κυριακού, Νικόλαο Χρυσογιάννη, Ιωάννη Κουρμούζη, Θεόδωρο Μαυρογορδάτο και Αθανάσιο Κροκόνδηλο. Η ίδρυση της Ευαγγελικής Σχολής εντασσόταν στην γενικότερη προσπάθεια αντιμετώπισης των προσηλυτιστικών ενεργειών των γάλλων ιησουιτών της Σμύρνης. Η σχολή έπαψε να λειτουργεί από το 1821 έως το 1824.

 

Το σχολείο αρχικώς ονομαζόταν Ελληνικό Σχολείον, Μεγάλον Σχολείον, ή απλώς Σχολείον, επίσης Σχολείον Χριστού,Ευαγγελικόν Φροντιστήριον ή Σχολείον των Ευαγγελικών Μαθημάτων. Από το 1808 επκράτησε η ονομασία Ευαγγελική Σχολή πρωτοαναφερόμενη σε έγγραφο του Πατριαρχείου.

Αρχικά ο Σεβαστόπουλος είχε δώσει χάνι στην περιοχή Φασουλά και οίκημα στην περιοχή Νάρλήκιοϊ.[8]Πυρκαγιά στα 1778 αποτεφρώνει το κτίριο της σχολής και ο Ιωάννης Κανάς ξαναέκτισε το σχολείο προσφέροντας χίλιες λίρες.[9] Λόγω της πυρκαγιάς του 1842 το κτήριο αποτεφρώνεται και τα μαθήματα μεταφέρονται στα κελιά της ναού της Αγίας Φωτεινής. Το νέο κτήριο της σχολής αποπερατώθηκε στις 31 Οκτωβρίου 1845. Αργότερα το σχολείο επεκτείνεται με δύο νέες πτέρυγες, η μία με δαπάνες του Ιωάννη Μαρτζέλλα και οι άλλες εξ ιδίων πόρων της σχολής. Προσέλευση ακόμα περισσότερων Ελλήνων από το νέο Ελληνικό κράτος και τις λοιπές επαρχίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στη Σμύρνη έκαναν επιτακτική την ανάγκη για δημιουργία και άλλων παραρτημάτων της: έτσι δημιουργήθηκε δημοτικό σχολείο στη συνοικία της Αγίας Αικατερίνης, στα Φασουλά και στα Σχοινάδικα. Στο παλιό κτήριο της Ευαγγελικής Σχολής έμειναν τα τμήματα της Μέσης Εκπαίδευσης η Βιβλιοθήκη και το Μουσείο της Σχολής. Στη συνέχεια ανεγέρθηκε στον κήπο Κιουπετζόγλου νέο κτήριο, η αποπεράτωση του οποίου ολοκληρώθηκε το 1922 αλλά δεν στέγασε τελικά την Ευαγγελική Σχολή.

 

Πρώτος διευθυντής ήταν ο ιερέας Ιερόθεος Δενδρινός μέχρι το 1780. Η θητεία του ήταν ισόβια και αυτός θα όριζε τον διάδοχό του. Τυπική ήταν η επικύρωση από τους εφόρους του σχολείου. Οι έφοροι αρχικώς ήταν τέσσερις με τριετή θητεία, ενώ μεριμνούσαν για την περιουσία του σχολείου. Ο κατά καιρούς πρόξενος της Αγγλίας επόπτευε την οικονομική διαχείριση, όσο ο διευθυντής ήταν φορέας κύρους η γνώμη του υπερίσχυε, όμως σταδιακά αύξανε η επιρροή των εφόρων και συχνές ήταν οι μεταξύ εφόρων και διευθυντή ή καθηγητών διαφωνίες που έφταναν μέχρι και της απομάκρυνσης κάποιων διευθυντών ή μελών του διδακτικού προσωπικού. (π.χ. ο διευθυντής Νεοκλής Παπάζογλους[15] ή ο καθηγητής Εμμ. Δούκας).Η σταδιακή επικράτηση των εφόρων αποτυπώθηκε όταν στα 1837 η διεύθυνση της σχολής ανατέθηκε στον έφορο Κυριάκο Φαρδή.

 

Ο Παντελής Σεβαστόπουλος-που ήταν βρετανός υπήκοος- θα το ενισχύσει με δωρεές ενώ το έθεσε υπό την προστασία του Άγγλου προξένου της Σμύρνης και της Levant Company. Η βρετανική προστασία καθυστέρησε να αναγνωριστεί από την οθωμανική κυβέρνηση[19] και τελικά αυτό έγινε με σουλτανικό βεράτι με ημερομηνία 29 Οκτωβρίου 1810 με αφορμή τις διενέξεις γύρω από τα σχολικά πράγματα της Σμύρνης.Ως έτος ίδρυσης της σχολής η ίδια η σχολή αναγνωρίζει αυτό της υπαγωγής της υπό αγγλική προστασία, ενώ ο Ματθαίος Παρανίκας-ιστορικός της σχολής-το έτος 1717. Η ένταξη στην αγγλική προστασία δεν γνωρίζουμε αν προκάλεσε την διαφωνία των Σμυρναίων, αν και θεωρείτο σωτήριο το καθεστώς αυτό.[22]Στα 1891-1892 ετέθη ζήτημα ευθείας παρέμβασης διοικητικά της σχολής όταν ο Άγγλος πρόξενος διόρισε τέσσερις νέους εφόρους, άγγλους υπηκόους, τον Ηλία Ηλιάδη, Ιωάννη Δημητρακόπουλο, Θεμιστοκλή Φραγκιά και Τζων Δάλλα. Αφορμή για τα γεγονότα ήταν οι κατηγορίες που δημοσιεύθηκαν από την εφημερίδα Αμάλθεια σε βάρος του διευθυντή Στεργιογλίδη (ανάξιος,στερούμενος πτυχίου πανεπιστημίου). Το 1892 οι έφοροι της Σχολής αποφασίζουν να τροποποιήσουν χωρίς σοβαρό λόγο τον κανονισμό του 1872. Επειδή όμως η μεταρρύθμιση αυτή του κανονισμού είχε γίνει χωρίς να ενημερωθεί προηγουμένως ο Άγγλος πρόξενος και κυρίως η απάλειψη από αυτόν κάθε προηγούμενης άμεσης αναφοράς στην αγγλική προστασία, θορύβησε τον Άγγλο πρόξενο που έσπευσε να ζητήσει εξηγήσεις. Η εφημερίδα Αμάλθεια κατηγόρησε τους εφόρους πως παραβίαζαν την βούληση του ιδρυτή της Σχολής και πως επιδιωκόταν η υπαγωγή της Σχολής στον Μητροπολίτη Σμύρνης.

 

Στα 1892 ο γενικός διοικητής Σμύρνης ασκεί προφορικά πιέσεις στον Άγγλο γενικό πρόξενο Frederic Holmwood για να αποποιηθεί το Αγγλικό προξενείο το δικαίωμα του να ασκεί προστασία επί της Σχολής. Όμως αναζητώντας τα έγγραφα που το πιστοποιούσαν αυτό ο άγγλος πρόξενος δεν βρήκε κάτι αφού το 1820 το προξενικό οίκημα είχε καταστραφεί σε πυρκαγιά. Όμως ανάλογα έγγραφα υπήρχαν στο αρχείο της Σχολής. Οι πιέσεις των Οθωμανικών αρχών σχετικά με την Ευαγγελική σχολή δεν ήταν άσχετες με το προνομιακό καθεστώς των χριστιανών που μεταξύ άλλων αφορούσε και τα σχολεία. ]Την αμφισβήτηση του δικαιώματος του Αγγλικού προξενείου στήριξαν στο ότι οι Έλληνες κάτοικοι της Σμύρνης ήταν Οθωμανοί υπήκοοι.Η Σχολή ανήκε στη δικαιοδοσία της ελληνικής μητρόπολης και είχε επομένως καθεστώς Εθνικής Σχολής για Οθωμανούς υπηκόους, ενώ οι μαθητές της Σχολής ήταν Οθωμανοί υπήκοοι με ελάχιστες εξαιρέσεις. Τέλος οι χορηγίες για τη λειτουργία της προέρχονταν από Οθωμανούς υπηκόους. Όμως κατά την περίοδο των πιέσεων από το γενικό διοικητή για την άρση της αγγλικής προστασίας, το ελληνικό προξενείο της Σμύρνης επανειλημμένα παρακαλεί το Αγγλικό προξενείο να μην υποκύψει στις πιέσεις των τοπικών αρχών ή της Μητρόπολης. «Η αδυναμία του ελληνικού κράτους να προστατεύσει την Ευαγγελική καθιστούσε την αγγλική Προστασία αναγκαία,για να μη μετατραπεί η Σχολή σε οθωμανικό ίδρυμα.» Τελικά στις 20 Οκτωβρίου/10 Νοεμβρίου 1895 ο υπουργός Εξωτερικών Ahmed Tewfik bin Ismail Hakki αναγνώρισε την αγγλική προστασία επί της Σχολής.

 

Σχετικά με το πρόγραμμα των μαθημάτων που διδάσκονταν στην πρώιμη περίοδο δεν γνωρίζουμε επειδή προγράμματα μας σώθηκαν μόνο από το 1838 και εξής. Τα διδασκόμενα μαθήματα ήταν περιορισμένα επειδή και το διδακτικό προσωπικό ήταν περιορισμένο. Δύο με τρία άτομα, σπανίως περισσότερα, και τα μαθήματα πρέπει να ήταν τα κοινά γράμματα, τα ελληνικά και το Ευαγγέλιο. Ο σχολάρχης Αβράμιος Καισαρέας Ομηρόλης ένωσε όλους τους μαθητές και τους χώρισε με βάση το επίπεδό τους. Κάλεσε τον Νικόλαο Χορτάκη για να διδάξει μαθηματικά και φιλοσοφία, επίσης εισήγαγε τη διδασκαλία της γαλλικής γλώσσας και της αγγλικής από τον αμερικανό ιερέα Ιωσήφ Μπρούερ. Στα 1830 διδάσκονται Ευριπίδης, Αριστοφάνης, Όμηρος, Πίνδαρος, ρητορική, άλγεβρα, επιτομή αστρονομίας, φυσική και εμπειρική ψυχολογία. Επίσης ο Ομηρόλης σύστησε Αλληλοδιδακτικό σχολείο εντός της σχολής, το πρώτο στην περιοχή, με διευθυντή του τον Ελλαδίτη Αλέξανδρο Λαζάρου.

 

Από το 1743 κατά το ιδρυτικό της Σχολής παρεχόταν δωρεάν διδασκαλία δι'όλους τους προσερχομένους Χριστιανούς, ενώ από το 1872 δεν επιβάλλονταν περιορισμοί με βάση το θρήσκευμα. Οι μόνοι ξένοι υπήκοοι ήταν Αρμένιοι και Εβραίοι και Έλληνες με ξένη υπηκοότητα (γαλλική, αγγλική, ιταλική).

 

Κατά την περίοδο 1747-1892 είχαν κληροδοτηθεί υπέρ της Σχολής κληροδοτήματα αξίας 60.337 τουρκικών λιρών από ξένους υπηκόους και κληροδοτήματα αξίας 2.231 τουρκικών λιρών από Οθωμανούς υπηκόους.

Η Βιβλιοθήκη περιελάμβανε 35.000 τόμους σε πολλές γλώσσες, ακόμα και για τυφλούς και 180 σπάνια χειρόγραφα Το Αρχαιολογικό Μουσείο είχε 3.000 αντικείμενα: 1514 πήλινα, 157 γυάλινα, 192 σταθμά, 270 επιγραφές. Επίσης υπήρχε νομισματική συλλογή από 15.000 νομίσματα.

 

Η ανάγνωση των εγγράφων του 1733 (ιδρυτική πράξη σχολείου),αλλά και της 1ης Δεκεμβρίου 1743 αποτυπώνει την αποστασιοποίηση του σχολείου από τις κοινοτικές αρχές της Σμύρνης αλλά και από τις τοπικές εκκλησιαστικές. Συγκεκριμένα στον Κώδικα της εν Σμύρνη Ευαγγελικής Σχολής (Σμύρνη 1876), διαβάζουμε, ...να μην έχη τινάς ούτε της εκκλησιαστικής τάξεως, ούτε τινάς εκ της πολιτείας, ούτε γένος οικείον και αλλότριον,να απλόνη χείραν. Όμως όπως σχολιάζει η Νίκη Παπαηλιάκη «...πρόθεση του Σεβαστόπουλου ήταν να διαφυλάξει το σχολείο από τις προσηλυτιστικές επιθέσεις των καθολικών ιεραποστόλων», αλλά «η προσέγγιση στην αγγλική διπλωματική αποστολή το εκθέτει στις προτεσταντικές προσηλυτιστικές δραστηριότητες». Όμως η εξέλιξη της σχολής τον 18ο και στις αρχές του 19ου αιώνα ανέστειλε το αρχικό σχέδιο των ιδρυτών του, που ήταν να δημιουργήσουν ένα σχολείο χειραφετημένο από τα παραδοσιακά θρησκευτικά πρότυπα. Στενά δεμένη με την Εκκλησία και τη διδασκαλία της συγκρούστηκε με το νεωτεριστικό Φιλολογικό Γυμνάσιο της ίδιας πόλης.

 

Η Ευαγγελική Σχολή από το 1909 είχε διαιρεθεί σε πεντατάξιο γυμνάσιο και τετρατάξια Εμπορική Σχολή. Το 1910 ιδρύθηκε και το τριετούς φοίτησης Διδασκαλείο. Λόγω των διωγμών που εξαπέλυσε το νεοτουρκικό κομιτάτο Ένωσις και πρόοδος το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποφάσισε να κηρύξει την Εκκλησία εν διωγμώ και μεταξύ άλλων έκλεισε και τα σχολεία. Έτσι στα μέσα Ιουνίου 1914 έκλεισε και η Ευαγγελική Σχολή. Με την ένταξη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας παρά τω πλευρώ των Κεντριών Δυνάμεων ο βαλής της Σμύρνης ανέθεσε τη διοίκηση της Σχολής στη Δημογεροντία ενώ το 1915 με νόμο υπήχθη στο Τουρκικό Υπουργείο Παιδείας. Επίσης απαγορεύθηκε να είναι διδακτικό και διευθυντικό προσωπικό Έλληνες υπήκοοι.Σύμφωνα με έκθεση της Δημογεροντίας Σμύρνης η Σχολή στα 1915 αντιμετώπιζε σειρά προβλημάτων, πέραν του διοικητικού καθεστώτος της λόγω των μέτρων εναντίον των ελλήνων υπηκόων: σχολαστική και αμέθοδος διδασκαλία, η διδακτική ανεπάρκεια του προσωπικού, πειθαρχικά ζητήματα των μαθητών, επεμβάσεις του τούρκου επιθεωρητή της Σχολής στη διδασκαλία της τουρκικής γλώσσας, απαίτηση των τουρκικών αρχών να έχουν οι διδάσκαλοι της τουρκικής δίπλωμα τουρκικού πανεπιστημίου, αδυναμία λειτουργίας της αίθουσας του Χημείου, τους αμφιθεάτρου των Φυσικών, του Φυσιογραφικού Μουσείου, της Βιβλιοθήκης και του Μουσείου. Μετά την ανακωχή του Μούδρου η Εφορεία ανέλαβε την διεύθυνση της Σχολής εκ νέου. Ζήτησε την απομάκρυνση του Στυλιανόπουλου, διευθυντή διορισμένου από την απερχόμενη Δημογεροντία επικαλούμενη σειρά παρατυπιών εκ μέρους του: ενασχόληση με εμπορικές εργασίες προς ζημίαν της Σχολής, ανάρμοστη συμπεριφορά προς τους μαθητές, πώληση βιβλίων της Σχολής ως άχρηστου χαρτιού, διδασκαλία ενόργανης μουσικής αντί χρηματικού πόσου ερήμην της σχολής. Το πραγματικό αίτιο όμως της ρίξης με τον Στυλιανόπουλο ήταν η επιθυμία του να εισάγει νεωτερισμούς.Υπέρ της απομάκρυνσης του Στυλιανόπουλου ήταν και ο Χρυσόστομος Σμύρνης. Η Σχολή εξακολουθεί να μισθοδοτεί τους καθηγητές εκείνους που λόγω υπηκοότητας είχαν απελαθεί προκαλώντας την αγανάκτηση εκείνων που εξακολουθούσαν να εργάζονται.[46] Εξαρτήματα της Σχολής ήταν το Κιουπετζόγλειο, το Σοφίειο στην οδό Ρόδων και το Δημοτικό στη συνοικία Φασουλά. Επίσης είχε τη συντήρηση και των σχολών Ιωάννου Θεολόγου στην Άνω Συνοικία και του Τιμίου Προδρόμου στα Σχοινάδικα. Ένα από τα πιο σημαντικά προβλήματα που αντιμετώπισε η Σχολή ήταν ο ολοένα και αυξανόμενος αριθμός των μαθητών: έτσι είχε 14 αίθουσες, 17 τμήματα με 50 έως 70 μαθητές το καθένα.

 

Πολλοί παράγοντες συνέβαλαν στην αύξηση του κύρους της παλαιάς εκείνης Σχολής και την εξάπλωση της φήμης της. Εκείνο όμως που συνέβαλε κυρίως στις υψηλές της επιδόσεις ήταν το προσωπικό της Σχολής. Καθηγητές εκλέγονταν οι διαπρεπέστεροι λόγιοι, παιδαγωγοί, επιστήμονες και ενθουσιώδεις λειτουργοί της παιδείας. Χάρις στο διδακτικό προσωπικό αποφοιτούσαν νέοι με ολοκληρωμένη και τέλεια μόρφωση. Σε αυτήν φοίτησαν ο Αδάμ. Κοραής, ο εθνομάρτυρας Γρηγόριος ο Ε', Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης, ο ποιητής Ηλίας Τανταλίδης, ο ιστορικός Παύλος Καρολίδης, ο αρχιστράτηγος Λεωνίδας Παρασκευόπουλος, ο λογογράφος Στέφανος Ξένος, ο ποιητής Στέλιος Σπεράντζας, ο πασίγνωστος εφοπλιστής Αριστ. Ωνάσης, ο μουσικός και ακαδημαϊκός Μανώλης Καλομοίρης. Αλλά και αναρίθμητοι άλλοι που αναδείχτηκαν ως λόγιοι, επιστήμονες, κληρικοί, καλλιτέχνες και επιχειρηματίες.

 

Το 1934 ιδρύθηκε στη Νέα Σμύρνη πλήρες Γυμνάσιο που τον επόμενο χρόνο ονομάστηκε Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης σε ανάμνηση της παλαιάς ιστορικής Σχολής.

 

Το 1934 εγκαταστάθηκε σε μισθωμένο οίκημα στην κεντρική πλατεία της Νέας Σμύρνης. Τα εγκαίνια έγιναν το 1935 με μεγάλη επισημότητα. Τότε έγινε και η αποκάλυψη της επιγραφής «Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης 1717-1934 ». Τα εγκαίνια αυτά ήταν ουσιαστικά το πανηγυρικό γεγονός της επανίδρυσης της Ευαγγελικής Σχολής που αποτέλεσε το δημόσιο γυμνάσιο της Νέας Σμύρνης μέχρι το 1971 όταν ιδρύθηκε η νέα Πρότυπος Ευαγγελική Σχολή, η οποία και συνεχίζει μέχρι σήμερα το έργο της Ευαγγελικής Σχολής, δρώντας και προσφέροντας στην κοινωνία όλης της Ελλάδας. Τώρα η σχολή στεγάζεται στο διδακτήριό της στην Άνω Νέα Σμύρνη (Λέσβου 4).

© Γυμνάσιο Νέας Αλικαρνασσού - Λ.Λυμπερίου 1 Τ.Κ. 71601 Ηράκλειο Κρήτης - 35°20'03.2"N 25°09'46.8"E
Τηλ. 2810229231 - Φαξ: 2810343414 - Email: mail@gym-n-alikarn.ira.sch.gr

«Η ευτυχία του ανθρώπου συνίσταται στη μόρφωση και στην παιδεία,
και όχι στα αγαθά που δίνει και παίρνει η τύχη.» Πλούταρχος